Γιάννης Κουτσούκος

23 Οκτωβρίου, 2014

Η ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΚΟΡΙΝΘΙΑΣ. Τοπική μυθολογία και Νεολιθική εποχή (7.000- 2.600 π.Χ.)

Filed under: Αρχαιολογία,ιστορία — Γιάννης Κουτσούκος @ 9:50 μμ

Το κείμενο που ακολουθεί είναι ένα απόσπασμα από το βιβλίο του Γιάννη Κουτσούκου: Ιστορική Περιήγηση στον Χωροχρόνο του Αγίου Βασιλείου Κορινθίας από το 2600 π.Χ έως σήμερα. ( ISBN 978-960-93-5989-4)

Για την νεολιθική εποχή δεν υπάρχουν πληροφορίες σχετικά με τον Άγιο Βασίλειο. Ο λόγος είναι ότι δεν έχουν εξερευνηθεί ακόμη αρχαιολογικά τα διάφορα σπήλαια που υπάρχουν στην περιοχή του. Τα σπήλαια   αυτά ευρίσκονται στο φαράγγι της Χούνης, στο όρος Τρίκορφο (αρχαία ονομασία Τρητός και συγκεκριμένα το σπήλαιο του ναού της Ζωοδόχου Πηγής) και στην περιοχή του Αγίου Σώστη (σπηλιά του Αντώνη). Επίσης δεν έχουν ερευνηθεί επιφανειακά οι παραπάνω ή άλλες πιθανές θέσεις για την τυχόν ύπαρξη όστρακων της νεολιθικής εποχής.

Το 1930 ο Ν. Μπέρτος ερεύνησε το σπήλαιο στο γειτονικό όρος Νυφίτσα κοντά στη Κλένια. Η επίχωση μέσα στο σπήλαιο αυτό περιείχε ευρήματα, τα οποία ανήκαν σε όλες της εποχές από την νεολιθική μέχρι την χριστιανική[1]. Τα ευρήματα αυτά, που μεταφέρθηκαν τότε (1930) στα Αρχαιολογικά Μουσεία Κορίνθου και Ναυπλίου δεν έχουν δημοσιευθεί, αλλά μόνο μνημονευθεί συνοπτικά.[2]

Το όρος Νυφίτσα μαζί με τα βουνά του Αγίου Βασιλείου αποτελούν μία ενιαία οροσειρά και φράζουν προς νότια την κοιλάδα των Κλεωνών. Και σε άλλες γειτονικές θέσεις του Αγίου Βασιλείου Κορινθίας βρέθηκαν μέσα σε σπήλαια νεολιθικές επιχώσεις, όπως στο λόφο Τσούγκιζα, δυτικά από το Ηράκλειο της Νεμέας απέναντι από το ύψωμα του σταδίου (ανασκαφή από τον C. Blegen, 1924) [3]

Συνεπώς υπάρχει το ενδεχόμενο και η περιοχή του Αγίου Βασιλείου να κατοικήθηκε την νεολιθική εποχή, κυρίως στα σπήλαια.

Το κατά τον Απολλόδωρο αμφίστομο σπήλαιο στο αρχαίο όρος Τρητός (Τρίκορφο),  στον Άγιο Βασίλειο Κορινθίας, όπου σήμερα υπάρχει ο Ναός της Ζωοδόχου Πηγής.

Ειδικά το σπήλαιο της Ζωοδόχου Πηγής στο όρος Τρητός (Τρίκορφο) στην περιοχή του Αγίου Βασιλείου αναφέρεται και στην μυθολογία από τον περιηγητή Παυσανία, ότι δηλ. ο Ηρακλής σκότωσε σε αυτό το Λιοντάρι της Νεμέας.[4] Ο Απολλόδωρος (πρώτος ή δεύτερος αιώνας μ. Χ.) αναφέρει ότι προηγουμένως ο Ηρακλής είχε φιλοξενηθεί στις γειτονικές αρχαίες Κλεωνές, στο σπίτι ενός χειρώνακτα (τεχνίτη) που είχε το όνομα Μόλορχος. Και όταν ο Μόλορχος θέλησε να θυσιάσει ένα ζώο, ο Ηρακλής του είπε να προσέχει την τριακοστή ημέρα (από εκείνη που μιλούσαν) και αν μεν επιστρέψει από το κυνήγι του λιονταριού αβλαβής να θυσιάσει στον σωτήρα Δία, αν δε πεθάνει, τότε να του κάμει νεκρικές θυσίες. Αναφέρεται ότι όταν ο Ηρακλής σκότωσε το Λιοντάρι στο δίστομο σπήλαιο το φορτώθηκε στις πλάτες του και το πήγε πρώτα στις γειτονικές Αρχαίες Κλεωνές στον Μόλορχο, (οι οποίες απέχουν περίπου δύο χιλιόμετρα από το σπήλαιο). Αφού θυσίασε στις Κλεωνές «στον Σωτήρα Δία» μετά το πήγε στις Μυκήνες. Ο Απολλόδωρος δεν αναφέρει στην περιγραφή του καθόλου την αρχαία Νεμέα.[5]

Αλλά και νεώτεροι περιηγητές, όπως ο Διονύσιος Πύρος, ο Θετταλός αναφέρει ότι το σπήλαιο της Ζωοδόχου Πηγής στο όρος Τρητός είναι αυτό στο οποίο είχε καταφύγει το λιοντάρι προτού το σκοτώσει ο Ηρακλής.[6]

——————————————————-

[1]              Συριόπουλος Κ., Η προϊστορία της Πελοποννήσου, Βιβλιοθήκη της εν Αθήναις αρχαιολογικής εταιρείας, αριθ.51, Αθήνα 1964 , σελ. 24.

[2]              Ομοίως, σελ 24.

[3]              Συριόπουλος, σελ. 24.

[4]              Παυσανίου, Ελλάδος Περιήγησις, Κορινθιακά Λακωνικά, κεφ. 15, παρ. 2, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1976, σελ. 124-125.

[5]              Απολλοδώρου, Βιβλιοθήκη, Βιβλίο ΙΙ, παράγραφος 74-75, (επιμ. Π. Περτρίδου), Ιωαν. Ν. Ζαχαρόπουλου, Αθήνα 1959, σελ. 122-123.

[6]              Πύρρος Δονύσιος ο Θετταλός, Κορινθιακά-Σικυωνκά, (επιμέλεια Α. Αθουσάκης), Έκδοση Δήμου Κορινθίων, Κόρινθος 2008, σελ. 49-50, 136.

20 Οκτωβρίου, 2014

Το αρχαίο κυκλικό πυραμοειδές στη θέση Ανεμόμυλος στα στενά του Αγίου Σώστη, περιοχή Αγίου Βασιλείου Κορινθίας.

Filed under: Αρχαιολογία,ιστορία — Γιάννης Κουτσούκος @ 9:58 μμ

Το κείμενο και η φωτογραφία, που ακολουθούν, είναι ένα απόσπασμα από το βιβλίο του Γιάννη Κουτσούκου Ιστορική Περιήγηση στον χωροχρόνο του Αγίου Βασιλείου Κορινθίας από το 2600 π. Χ έως σήμερα. (Αριθμός ISBN Εθνικής Βιβλιοθήκης 978-960-93-5989-4).

  Το κυκλικό πυραμοειδές στην περιοχή Ανεμόμυλος Αγίου Βασιλείου Κορινθίας

Ένα χιλιόμετρο περίπου νότια του Αγίου Σώστη σώζονται τα ερείπια ενός κυκλικού κτιρίου το οποίο είναι κατασκευασμένο από μεγάλες πέτρες χωρίς συνδετική ύλη.[1] Η εξωτερική επιφάνεια του τοίχου, ο οποίος είναι παχύτερος στην βάση, έχει κλίση προς το εσωτερικό του κτιρίου, ενώ η εσωτερική επιφάνεια του είναι σχεδόν κάθετη.

Βρίσκεται σε ένα ύψωμα πάνω σε αρχαίο δρόμο, που ένωνε στην αρχαιότητα την Κόρινθο με τις Μυκήνες, και έχει οπτική επαφή τόσο με την Κορινθία όσο και με την Αργολίδα.

Σύμφωνα με τον αρχαίο περιηγητή Παυσανία ο δρόμος αυτός ήταν σύντομος και κατάλληλος για οδοιπόρους ευκίνητους. Παράλληλα με αυτόν τον δρόμο, που περνούσε μέσα από τα στενά του Αγίου Σώστη, χρησιμοποιείτο κατά την αρχαιότητα και ο αμαξιτός δρόμος που περνούσε από τα στενά των Δερβενακίων δυτικότερα και ήταν καταλληλότερος για οχήματα.[2]

Το κτίσμα αυτό σήμερα φέρει την ονομασία Ανεμόμυλος, διότι σύμφωνα με τις προφορικές παραδόσεις των κατοίκων της περιοχής, χρησιμοποιήθηκε τα νεώτερα χρόνια ως ανεμόμυλος για το άλεσμα των δημητριακών. Επίσης αποκαλείται και αρχαία φρυκτωρία. Για την χρησιμότητα τέτοιων κτισμάτων κατά την αρχαιότητα έχει εκφρασθεί η άποψη ότι λειτούργησαν ως οχυρά ή ως φρυκτωρίες[3] ή ως τύμβοι[4] ή ακόμη και ως φυλάκια ή παρατηρητήρια.

Το κυκλικό κτίσμα στον Ανεμόμυλο του Αγίου Βασιλείου Κορινθίας έχει διάμετρο 12 μέτρων. Η είσοδος δείχνει να είναι προς τα δυτικά. Σε αυτό συνηγορεί μία προεξοχή και ένα άνοιγμα του τοίχου στο μέρος αυτό, όπου πιθανότατα υπήρχε μία μικρή σκάλα ή ένα πλάτωμα. Οι πέτρες που χρησιμοποιήθηκαν στην κατασκευή είναι πρόχειρα λαξευμένες και έχουν τοποθετηθεί χωρίς συνδετικό υλικό. Το επάνω μέρος του κτίσματος έχει καταρρεύσει και έχει κατρακυλήσει γύρω από το μνημείο. Η χαμηλότερη σειρά έχει διατηρηθεί και είναι σχεδόν μία πλήρης περιφέρεια κύκλου. Όσο ανεβαίνει ο τοίχος χρησιμοποιούνται μικρότερες πέτρες και αυτό προσδίδει στο κτίσμα την κλίση προς το εσωτερικό του, όπως ακριβώς συμβαίνει με τις αρχαίες πυραμίδες. Πρόκειται για κυκλικό πυραμοειδές αρχαίο κτίσμα.

Ο J. Wiseman στην καταγραφή των μνημείων της Κορινθίας ισχυρίζεται ότι το αρχαίο αυτό κτίσμα στον Ανεμόμυλο του Αγίου Βασιλείου Κορινθίας θα μπορούσε να χρησιμεύει ως φυλάκιο που προστάτευε το πέρασμα από την Κορινθία στην Αργολίδα ή ως πύργος–παρατηρητήριο.[5]  Ωστόσο το συγκεκριμένο κτίσμα δεν έχει μελετηθεί από τους ειδικούς, ούτε χρονολογηθεί με ακρίβεια.

Παρόμοια αρχαία κτίσματα υπάρχουν και στην Αργολίδα. Όπως π.χ. η γνωστή Πυραμίδα του Ελληνικού, εννέα χιλιόμετρα νοτιοδυτικά του Άργους. Για την σκοπιμότητα και την χρονολόγηση παρομοίων αρχαίων κτισμάτων στην περιοχή της Αργολιδοκορινθίας και γενικότερα του ελλαδικού χώρου υπάρχουν αντικρουόμενες απόψεις. Υποστηρίζεται ότι χρονολογούνται την τρίτη χιλιετία π.Χ.[6] Αντίθετα η Αμερικανική Αποστολή το 1938 τα τοποθετεί μεταξύ του τέταρτου και του τρίτου αιώνα π.Χ.[7]

Άποψη του γράφοντος είναι ότι το κτίσμα αυτό έχει χρησιμοποιηθεί και ως Φρυκτωρία. Σε αυτό συνηγορεί η άμεση οπτική επαφή που έχει, τόσο με την περιοχή των αρχαίων Κλεωνών, τον Ακροκόρινθο και τα βουνά της Στερεάς Ελλάδος, όσο και με την Αργολίδα, τα βουνά της Αρκαδίας και τα υψώματα της περιοχής των Μυκηνών. Συνήθως οι αρχαίες Φρυκτωρίες ήσαν κυκλικές, όπως κυκλικό είναι και το εν λόγω κτίσμα. . Επίσης οι απλοί πύργοι δεν έχουν κλίση, αλλά τα τοιχώματα τους συνήθως είναι κατακόρυφα.[8]

Το κτίσμα αυτό είναι το νοτιότερο σημείο των στενών του Αγίου Σώστη.

Γιάννης Κουτσούκος

———————————————————————————-

[1]               Ν  37°  47´  26,73´´    και  Ε.  22°  47´  58,44´´

[2]              Παυσανίου, Ελλάδος Περιήγησις, Κορινθιακά Λακωνικά, κεφ15,παρ.2, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1976, σελ. 121.

[3]              Lord, Louis E., Watchtowers and Fortresses in Argolis, American Journal of Archaeology, Vol. 43, No. 1 (Jan. – Mar., 1939), pp. 78-84.

[4]              Παυσανίου Ελλάδος περιήγησις – Κορινθιακά / Λακωνικά, Εκδοτική Αθηνών, 2004, σ. 192-193.

[5]              James Wiseman, The land of the ancient Corinthians, Paul Astroms  forlag Gotenborg 1978, σελ. 116-117.

[6]              Λυριτζής, Ιωάννης Γ., Το Μυστήριο των Ελληνικών Πυραμιδοειδών, Εκδόσεις Ακαδημίας Δελφικών Μελετών, 1998.

[7]              Lord, pp. 78-84.

[8]              Οι φρυκτωρίες, οι οποίες διαθέτουν μεταξύ τους άμεση οπτική επαφή σε απόσταση δεκάδων χιλιομέτρων, χρησιμοποιούν την φωτιά και ένα προσυμφωνημένο κώδικα αναπαράστασης γραμμάτων ή λέξεων ή φράσεων, όπως στον κώδικα Μορς, για την μετάδοση ειδήσεων ή μηνυμάτων. Την νύχτα οι υπεύθυνοι φύλακες στην φρυκτωρία (φρυκτωροί) άναβαν λαμπερές φωτιές για τη μετάδοση σημάτων, ενώ κατά την διάρκεια της ημέρας χρησιμοποιούσαν πυκνό καπνό. Η κλίση του κυκλικού κτίσματος προς το κέντρο προφανώς χρησίμευε για την μείωση της επιφανείας της λίθινης οροφής του, με σκοπό την μεγαλύτερη στατική ευστάθεια. Συγχρόνως όμως με αυτόν τον τρόπο παρέμενε αμετάβλητη η ευρυχωρία του χώρου της βάσης του κτιρίου με την σχετικά μεγάλη διάμετρο των 12μ. για την παραμονή του προσωπικού φύλαξης.

[9]              Wiseman, σελ. 115.

Δημιουργήστε ένα δωρεάν ιστότοπο ή ιστολόγιο στο WordPress.com.